Home » Ο Προγνωστικός Ρόλος των Προγονικών Ενδοθηλιακών Κυττάρων και της Ασύμμετρης Διμεθυλαργινίνης στην Εμφάνιση Σακχαρώδη Διαβήτη Τύπου 2: Αποτελέσματα 10ετούς Προοπτικής Μελέτης
ΕΙΔΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ

Ο Προγνωστικός Ρόλος των Προγονικών Ενδοθηλιακών Κυττάρων και της Ασύμμετρης Διμεθυλαργινίνης στην Εμφάνιση Σακχαρώδη Διαβήτη Τύπου 2: Αποτελέσματα 10ετούς Προοπτικής Μελέτης

, , , , , , , , , , ,

1ο ΒΡΑΒΕΙΟ | ΠΡΟΦΟΡΙΚΕΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ 2018 | ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΔΙΑΒΗΤΟΛΟΓΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ

Εισαγωγή: Τα προγονικά ενδοθηλιακά κύτταρα (ΕΡCs) διαδραματίζουν κυρίαρχο ρόλο στη διαδικασία νεοαγγειογένεσης κι επανενδοθηλιοποίησης κατεστραμμένου ενδοθηλίου. Επιπρόσθετα, έχουν συσχετισθεί με την καρδιαγγειακή νόσο και τη διαβητική αγγειοπάθεια. Η ασύμμετρη  διμεθυλαργινίνη (ADΜΑ), αποτελεί κύριο ενδογενή αναστολέα της συνθετάσης του ΝΟ συνδέεται με την ενδοθηλιακή δυσλειτουργία. Τα ΕΡCs και ADΜΑ θεωρούνται πιθανοί δείκτες καρδιαγγειακού κινδύνου και πιθανόν σχετίζονται με την εξέλιξη της αθηροσκληρωτικής νόσου.

Σκοπός της παρούσας μελέτης είναι η διερεύνηση πιθανών συσχετίσεων των ΕΡCs, ADΜΑ και λοιπών καρδιομεταβολικών παραγόντων κίνδυνου με την εκδήλωση σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 (ΣΔτ2).

Υλικό και Μέθοδος: Συμπεριελήφθησαν 42 άτομα με νεοδιαγνωσθέντα προδιαβήτη και 15 άτομα δίχως μεταβολική διαταραχή (ομάδα ελέγχου), μετά από διενέργεια δοκιμασίας ανοχής  γλυκόζης, χωρίς ιστορικό καρδιαγγειακής ή νεφρικής νόσου, τα οποία επανελέγχθηκαν μετά από 10ετή παρακολούθηση. Σε κάθε συμμετέχοντα προσδιορίστηκαν τόσο στην αρχή της μελέτης όσο και στον επανέλεγχο διάφοροι ανθρωπομετρικοί και  καρδιομεταβολικοί παράγοντες κινδύνου (συμπεριλαμβανομένων του δείκτη ινσουλινοαντίστασης HOMA-IR, της υψηλής ευαισθησίας – CRP) και τα αρχικά επίπεδα των ΕΡCs και ΑDΜΑ. Ο προσδιορισμός των ΕΡCs πραγματοποιήθηκε με κυτταρομετρία ροής χρησιμοποιώντας μονοκλωνικά αντισώματα (CD34-FITC, CD133-PE, VEGF-PE) και της ΑDΜΑ με ανοσοενζυμική μέθοδο (ΕLISΑ) Η στατιστική ανάλυση έγινε με χρήση λογισμικού SPSS20.0.

Αποτελέσματα: ΣΔτ2 εμφάνισαν 30 άτομα από την ομάδα του προδιαβήτη και 2 από την ομάδα ελέγχου. Η μέση ηλικία των συμμετεχόντων ήταν 58.47 ± 11,28 έτη. Η εκδήλωση ΣΔτ2, εξετάσθηκε με το σύνολο των παραμέτρων κατόπιν διενέργειας μονοπαραγοντικών αναλύσεων. Οι παράμετροι που εμφάνισαν στατιστικά σημαντική συσχέτιση συμπεριελήφθησαν στο πολυπαραγοντικό μοντέλο. Από την πολυπαραγοντική ανάλυση στατιστικά σημαντική συσχέτιση παρατηρήθηκε μεταξύ εμφάνισης ΣΔτ2 με: την ηλικία (0R: 1.052, 95%CI: 1.002-1,114, p< 0,001), το δείκτη μάζας σώματος (0R: 1,186, 95%CI 1,065-1322, p< 0,003), τη διαταραγμένη ανοχή στη γλυκόζη (0R: 12,00, 95%CI: 2,944-48,907, p< 0,001), τα επίπεδα γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης (0R: 3,213, 95%CI: 1,575-6,555, p< 0,006), την παρουσία υπέρτασης (0R: 10,287, 95%CI: 2,953-35,693, p< 0,001) και τα επίπεδα των ΑDΜΑ (0R: 6,616, 95%CI: 2,676-16,356, p< 0,001) και ΕΡCs (0R: 0,990, 95%CI: 0.9,84-0,995, p< 0,001).

Συμπεράσματα: Από τα αποτελέσματα της παρούσας 10ετούς προοπτικής μελέτης, φάνηκε πως εκτός από την παρουσία ορισμένων κλασικών παραγόντων κινδύνου, η εμφάνιση ΣΔτ2 συσχετίσθηκε ισχυρά με την ΑDΜΑ και τα χαμηλά επίπεδα των ΕΡCs. Ενδεχομένως, οι δύο παράμετροι αντανακλούν ένα διαταραγμένο παθοφυσιολογικό μικροπεριβάλλον, το οποίο θα μπορούσε δυνητικά να συνδεθεί με την εκδήλωση ΣΔτ2 και το δυσμενέστερο καρδιαγγειακό προφίλ των ατόμων αυτών.

Άφησε σχόλιο

Κάνε κλίκ εδώ για να αφήσεις σχόλιο