Η διαβητική νευροπάθεια αναφέρεται στην παρουσία συμπτωμάτων ή/και σημείων δυσλειτουργίας των νεύρων σε άτομα με σακχαρώδη διαβήτη μετά από αποκλεισμό άλλων αιτίων νευροπάθειας1. Υπολογίζεται ότι 59% των ατόμων με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 (ΣΔΤ2) έχουν μία ή περισσότερες μορφές νευροπάθειας.
Οι κυριότερες μορφές είναι:
- Συμμετρική αισθητικοκινητική ή περιφερική νευροπάθεια. Αποτελεί τη συνηθέστερη μορφή (45% των ασθενών με ΣΔΤ2) και συχνά θεωρείται συνώνυμη με την διαβητική νευροπάθεια. Κλασσικά έχει τη μορφή «κάλτσα – γάντι».
- Νευροπάθεια του αυτόνομου νευρικού συστήματος.
- Πολυριζοπάθειες.
- Μονονευροπάθειες, εστιακές ή πολυεστιακές.
Όλοι οι διαβητικοί ασθενείς πρέπει να ελέγχονται για την ύπαρξη διαβητικής νευροπάθειας2,3 κατά τη διάγνωση του ΣΔΤ2 και 5 έτη μετά τη διάγνωση του σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1 σακχαρώδη διαβήτη (ΣΔΤ1) και στη συνέχεια τουλάχιστον κάθε χρόνο. Οι τεχνικές εξέτασης για νευροπάθεια που προτείνει η Διεθνής Ομάδα Εργασίας για το Διαβητικό Πόδι (International Working Group on the Diabetic Foot, IWGDF) αναφέρονται στον Πίνακα 1.
Ο ηλεκτροφυσιολογικός έλεγχος ή η παραπομπή σε νευρολόγο σπάνια χρειάζονται για τη διάγνωση, εκτός από καταστάσεις που η κλινική εικόνα είναι άτυπη, η διάγνωση ασαφής ή υποψιαζόμαστε διαφορετική αιτιολογία3.
Στην πράξη όμως, συχνά, λόγω του αυξημένου φόρτου εργασίας, σε συνδυασμό με την υποστελέχωση των περισσότερων νοσοκομειακών μονάδων, ο έλεγχος για διαβητική νευροπάθεια των ασθενών και κυρίως των ασυμπτωματικών παραλείπεται στην κλινική εξέταση που κάνουν οι ιατροί.
Στο Διαβητολογικό Ιατρείο της νοσοκομειακής μονάδας «Αμαλία Φλέμιγκ» έγινε προσπάθεια ελέγχου για ύπαρξη διαβητικής νευροπάθειας σε ασθενείς που επισκέπτονταν το ιατρείο, με κατανάλωση του ελάχιστου απαιτούμενου χρόνου εξέτασης. Σκοπός ήταν να αναδειχθεί αφ΄ ενός η έκταση του προβλήματος, και αφ’ ετέρου ότι η πρακτική αυτή είναι εύκολη και σύντομη και μπορεί να γίνει μέρος της υποχρεωτικής κλινικής εξέτασης των διαβητικών ασθενών.
Για το λόγο αυτό πραγματοποιήθηκε προοπτική μελέτη στην οποία συμμετείχαν οι διαβητικοί ασθενείς που προσήλθαν στο ιατρείο κατά το διάστημα 8/2015 – 12/2016. Οι ασθενείς αρχικά ερωτώντο για ύπαρξη συμπτωμάτων νευροπάθειας (καύσος, νυγμοί, κράμπες, κτλ.) ή/και αρτηριοπάθειας (διαλείπουσας χωλότητας). Κατόπιν εφαρμοζόταν μονοϊνίδιο 10g σε 3 θέσεις σε κάθε πόδι (1ο δάκτυλο, 1ο και 5ο μετατάρσιο πελματιαίως, δηλαδή συνολικά 6 σημεία, Εικόνα 1) και βιοθεσιόμετρο στην κορυφή του μεγάλου δακτύλου κάθε ποδός (Εικόνα 2). Παθολογικό θεωρήθηκε το μονοϊνίδιο για τιμές <6/6 σημεία και το βιοθεσιόμετρο >20mV σε άτομα μέχρι και 65 ετών και >25mV για ασθενείς μεγαλύτερους από τα 65 έτη.
Στη μελέτη εφαρμοζόταν δηλαδή οι τεχνικές 1-3 του Πίνακα 1 της IWGDF, με τη διαφορά ότι αντί διαπασών χρησιμοποιήθηκε το βιοθεσιόμετρο.
Για οικονομία χρόνου, η όλη διαδικασία γινόταν από ποδολόγο ή επισκέπτρια υγείας σε άλλο χώρο, πριν από το κανονικό ραντεβού. Το λοιπά στοιχεία καταγράφονταν αργότερα από τον ιατρικό φάκελο του ασθενούς. Η διαδικασία χρονομετρήθηκε και διαρκούσε λιγότερο από 2,5min για κάθε ασθενή.
Συνολικά μελετήθηκαν 242 διαδοχικοί ασθενείς με διαβήτη (233 με ΣΔ2), ηλικίας 17-90 ετών (65,4+11,9, x+SD). Από αυτούς οι 122 ήταν άνδρες και οι 104 (43%) ελάμβαναν αγωγή με ινσουλίνη. Από τους ανωτέρω 242 μελετηθέντες ασθενείς, οι 96 (40%) είχαν αντικειμενικά ευρήματα νευροπάθειας, με 47 από αυτούς (το 49%) να είναι ασυμπτωματικοί (Σχήμα 1). Από τους 96 ασθενείς με ευρήματα διαβητικής νευροπάθειας, το 74% παρουσίαζε διαβήτη για περισσότερο από 10 έτη, ενώ 81/96 (84%) είχαν επί πλέον αρτηριακή υπέρταση και 69/96 (72%) δυσλιπιδαιμία. Οι 18/96 (19%) είχαν συγχρόνως και διαλείπουσα χωλότητα και οι 49/96 (51%) έφεραν ακατάλληλα υποδήματα. Μόνο οι 19/96 (20%) είχαν επισκεφθεί ιατρείο διαβητικού ποδιού.
Συμπερασματικά, η μελέτη μας έδειξε αδρό επιπολασμό νευροπάθειας 40% σε μια συγκεκριμένη στιγμή της ζωής των κατ΄ εξοχήν τύπου 2 διαβητικών ασθενών μας, εκ των οποίων περίπου 3 στους 4 είχαν διάρκεια διαβήτη άνω της 10ετίας. Τα αποτελέσματα αυτά εναρμονίζονται με την διεθνή βιβλιογραφία, που φαίνεται ότι 45% των ατόμων με ΣΔΤ2 και 54-59% των ατόμων με ΣΔΤ1 θα παρουσιάσουν νευροπάθεια κατά τη διάρκεια της ζωής τους4 και ότι ο επιπολασμός της νευροπάθειας είναι άνω του 50% σε ασθενείς με μακρά διάρκεια διαβήτη5.
Είναι αξιοσημείωτο ότι, με βάση τα ευρήματά μας, ένας στους δύο ασθενείς με διαβητική νευροπάθεια δεν παρουσίαζε υποκειμενικά ενοχλήματα.
Συνεπώς, με ενασχόληση λιγότερο από 2,5min για κάθε ασθενή μπορεί να γίνει ικανοποιητικό screening για έλεγχο διαβητικής νευροπάθειας σε κάθε διαβητολογικό ιατρείο. Αυτά τα 2,5min θα συμβάλουν στην έγκαιρη αντιμετώπιση των επιπλοκών της νευροπάθειας και στην βελτίωση της ποιότητας ζωής των διαβητικών ασθενών, με την παροχή οδηγιών και την παραπομπή σε ειδικό ιατρείο φροντίδας διαβητικού ποδιού. Ιδιαίτερα δε επιβεβλημένος είναι αυτός ο ολιγόλεπτος έλεγχος σε άτομα με διάρκεια διαβήτου άνω των 10 ετών.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Dyck PJ, Kratz KM, Karnes JL, et al. The prevalence by staged severity of various types of diabetic neuropathy, retinopathy, and nephropathy in a population-based cohort: the Rochester Diabetic Neuropathy Study. Neurology 1993; 43:817.
- http://iwgdf.org/guidelines/summary-guidance-for-the-daily-practice-2015.
- Διαβητική νευροπάθεια. Στο: Κατευθυντήριες Οδηγίες για τη διαχείριση του διαβητικού ασθενούς. Ελληνική Διαβητολογική Εταιρεία, Αθήνα, 2017, 129-138.
- Russell JW, Zilliox LA. Diabetic neuropathies. Continuum (Minneap Minn). 2014; 20: 1226-1140.
- Deli G, Bosnyak E, Pusch G, Komoly S, Feher G. Diabetic Neuropathies: Diagnosis and Management. Neuroendocrinology 2013; 98: 267–280