Home » Παρατεταμένη Kόπωση Mετά SARS-CoV-2 Λοίμωξη
ΔΙΑΓΝΩΣΤΙΚΗ, ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΑ & ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ

Παρατεταμένη Kόπωση Mετά SARS-CoV-2 Λοίμωξη

Persistent Fatigue Following SARS-CoV-2 Infection


Η COVID-19 είναι ιογενής λοίμωξη προκαλούμενη από τον SARS-CoV-2 που πρωτογενώς επηρεάζει το αναπνευστικό σύστημα με αρχικά συμπτώματα την δυσκολία στην αναπνοή και πυρετό.1,2 Ένα από τα συχνότερα αναφερθέντα συμπτώματα της COVID-19 και οι υπάρχουσες ενδείξεις υποδηλώνουν ότι ορισμένα άτομα συνεχίζουν να έχουν την εμπειρία σοβαρών επιπέδων παρατεταμένης κοπώσεως ενώ αυτά έχουν ανανήψει από τη λοίμωξη. Αυτό δεν αποτελεί έκπληξη, καθόσον η μετα-λοιμώδης κόπωση έχει ευρέως παρατηρηθεί μεταξύ των άλλων ιογενών και μη ιογενών λοιμώξεων.3,4

Για τους COVID-19 ασθενείς, η υπερνίκησει των οξέων συμπτωμάτων μπορεί να είναι μόνον η αρχή της μακράς και γεμάτη προκλήσεις διαδρομή για την ανάνηψη. Έχει βρεθεί ότι μετά ιογενείς λοιμώξεις (π.χ. SARS 1), οι ασθενείς συχνά εμφανίζουν λειτουργικούς περιορισμούς πέραν μιάς μακράς περιόδου μετά την έξοδο από το νοσοκομείο. Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι φυσικές, νοητικές και ψυχολογικές διαταραχές παρατείνονται για αρκετά έτη.5 Παρομοίως, η έρευνα για την COVID-19 έχει αυξήσει σημαντικά την εμπειρία όσον αφορά τα παρατεινόμενα συμπτώματα, όπως η κόπωση.5

Αν και η συχνότητα νοσηρότητας είναι χαμηλότερη στην COVID-19, αυτή έχει συγκριθεί προς το σοβαρό οξύ αναπνευστικό σύνδρομο (SARS) οφειλόμενη στην παρόμοια συμπτωματολογία.6 Ομοίως με COVID-19, η παρατεταμένη κόπωση ήταν εμφανής στους SARS ασθενείς, ακόμη και για πλέον του ενός έτους μετά την αρχική λοίμωξη.7 Μία άλλη μελέτη έδειξε ότι 40% των SARS ασθενών που επιβίωσαν ανέφεραν κόπωση ακόμη μετά 4 έτη.8 Σε μία από τις ολίγες αναφορές που έγινε αξιολόγηση των μακράς διαρκείας επιπτώσεων της επιδημίας του σοβαρού οξέος αναπνευστικού συνδρόμου (SARS) ομάδα ασθενών στο Τορόντο ενεφάνισε παρατεταμένη κόπωση, μυαλγία και κατάθλιψη μετά την οξεία νόσηση και δεν κατέστη δυνατόν να επανέλθει στην εργασία.9 Σε μία παρόμοια μελέτη με συνεχή παρακολούθηση μεταξύ 233 SARS ασθενών που επιβίωσαν στο Hong Kong, πλέον του 40% ανέφεραν πρόβλημα χρόνιας κοπώσεως 40 μήνες μετά την λοίμωξη.10 Παρόμοια, παρατεταμένα συμπτώματα συνδρόμου κοπώσεως έχουν αναφερθεί μετά λοιμώξεις με τον ιό Eipstein-Barr, πυρετό Q και ROSS River virus (RRV), όπως και στην ρικετσίωση.3 Προσφάτως, ο Townsend και συνεργάτες4 σε μία πρόσφατη μελέτη ανέφεραn ότι περισσότεροι του ημίσεως των ασθενών που ανένηψαν από COVID-19 ανέφεραν κόπωση 10 εβδομάδες αργότερα, ασχέτως της βαρύτητας της αρχικής λοιμώξεως. Η μελέτη περιελάμβανε 128 άτομα, ηλικίας 49,5 ± 15 ετών, 54% γυναίκες, με περισσότερο του ημίσεως να αναφέρουν παρατεταμένη κόπωση (67/128 ή 53%) περίπου 10 εβδομάδες μετά τα αρχικά COVID-19 συμπτώματα. Δεν διαπιστώθηκε συνύπαρξη μεταξύ COVID-19 βαρύτητας (ανάγκη για εισαγωγή στο νοσοκομείο, συμπληρωματικό οξυγόνο ή κριτική  φροντίδα) και κοπώσεως μετά COVID-19. Επιπροσθέτως, δεν υπήρξε σχέση μεταξύ των εν είδη ρουτίνας εργαστηριακών δεικτών της φλεγμονής και κυτταρικής ανατροπής (λευκοκύτταρα, αριθμός ουδετερόφιλων ή λεμφοκυττάρων, σχέση ουδετερόφιλων προς λεμφοκύτταρα, γαλακτική δεϋδρογονάση, C-αντιδρώσα πρωτεΐνη) ή προφλεγμονώδη μόρια (IL-6 ή CD25) και κοπώσεως μετά COVID-19. Οι γυναίκες και αυτοί με προηγούμενη διάγνωση καταθλίψεως ή άγχους ή αναφορά χρήσης αντικαταθλιπτικών φαρμάκων αποτελούσαν ανάλογο αριθμό με καθυστερημένη κόπωση. Οι συγγραφείς συμπεραίνουν ότι τα ευρήματά των αποδεικνύουν σημαντική επιβάρυνση της κοπώσεως μετά την ίωση σε άτομα με προηγούμενη SARS-CoV-2 λοίμωξη μετά την οξεία φάση της COVID-19 νόσου και όλοι οι ασθενείς διαγνωσθέντες με SARS-CoV-2 χρειάζονται έλεγχο για κόπωση. Επίσης, ανέφεραν σημαντική συσχέτιση με προϋπάρχουσα διάγνωση καταθλίψεως και χρήσεως αντικαταθλιπτικών φαρμάκων και επακολούθου αναπτύξεως σοβαράς κοπώσεως.

Προκειμένου να εξηγηθεί το σύνδρομο χρόνιας κοπώσεως μετά COVID-19 λοίμωξη, ο Rudroff| και συνεργάτες12 εξέτασαν την υπόθεση ότι η κόπωση σε αυτούς τους ασθενείς είναι η ελάττωση της φυσικής και/ή διανοητικής λειτουργίας που είναι αποτελέσματα από αλλαγές σε κεντρικούς, ψυχολογικούς και/ή περιφερικούς παράγοντες οφειλόμενων στην COVID-19 νόσο και αναφέρονται περιληπτικώς στη συνέχεια. Οι κεντρικοί παράγοντες προκύπτουν από το γεγονός ότι αν και η COVID-19 είναι νευροδιηθητική νόσος, εντούτοις έχει υποδειχθεί ότι άλλοι ισοδύναμοι ανθρώπινοι κορωναϊοί μπορεί να χρησιμοποιήσουν την αιματογενή και νευροαξονική διασπορά για να εισβάλλουν στο κεντρικό νευρικό σύστημα ΚΝΣ.15 Όθεν, κεντρικοί παράγοντες επηρεάζουν την μετα-COVID-19 καταβολή που μπορεί να είναι αποτέλεσμα της ιογενούς εισβολής στο ΚΝΣ. Κεντρικοί παράγοντες που μπορεί να συμβάλλουν στην COVID-19 λοίμωξη περιλαμβάνουν τα επίπεδα των νευροδιαβιβαστών (π.χ. ντοπαμίνη και σεροτονίνη), ενδογενή νευροαξονική διεγερσιμότητα, φλεγμονή, απομυελίνωση και ορισμένες άλλες. Νευροαξονικές μελέτες έχουν παράσχει την ένδειξη των κεντρικών παραγόντων στην COVID-19 κόπωση. Επιπλέον, η καραντίνα σε όλον τον κόσμο έχει προκαλέσει παρατεταμένες περιόοδους φυσικής αδράνειας και μάλιστα με αυξημένη συχνότητα. Αυτές οι περίοδοι της φυσικής αδράνειας μπορεί να προκαλέσουν ελάττωση της νευρωνικής διεγερσιμότητας (π.χ. αναστολ). Αυτή, σε συνδυασμό με την ελαττωμένη ταχύτητα αγωγής της κινητικής μονάδας ως αποτέλεσμα της COVID-19, όπως εδείχθη με μελέτες της νευρικής αγωγής και ποσοτικής ηλεκτρομυογραφίας, μπορεί επιπροσθέτως να συμβάλλουν στην κόπωση. Για ορισμένους ασθενείς, η με την COVID-19 σχετιζόμενη καταβολή μπορεί ταυτοχρόνως να παρατηρηθεί σε περιβάλλον όπου είναι διαδεδομένο το στρες, άγχος, κατάθλιψη και φόβος. Ορισμένα μέτρα που λαμβάνονται για τον περιορισμό της πανδημίας μπορεί να έχουν αποτελεσματικότητα στην διασπορά του ιού αλλά έχουν συνεργικές συνέπειες οι οποίες παροξύνουν την κόπωση στους ανανήπτοντες COVID-19 ασθενείς. Όλοι αυτοί οι ψυχολογικοί παράγοντες με τις επιπτώσεις των συμβάλλουν σημαντικώς στην κόπωση. Η μετα-COVID-19  κόπωση μπορεί επίσης να παρατηρηθεί από έναν ή περισσότερους περιφερικούς παράγοντες. Η COVID-19  μπορεί να έχει την ικανότητα να μολύνει διάφορους τύπους ιστού με μοναδική δυνατότητα στοχεύσεων τον σκελετικό μυ. Συχνά συμπτώματα της COVID-19 είναι άλγος, αδυναμία των σκελετικών μυών και βλάβη. Όθεν, είναι λογικό να υποτεθεί ότι λόγω της αμέσου προσβολής του σκελετικού μυός, αυτή συμβάλλει στην κόπωση.

Ως συμπέρασμα, τονίζεται ότι η κόπωση φαίνεται να συνιστά συχνό επακόλουθο της μετα-COVID-19  νόσου και αυτοί οι ασθενείς χρειάζονται πλήρη παθολογική και ψυχιατρική εκτίμηση και ο ιατρός πρέπει να έχει κατανοήσει κατά τον καλύτερο τρόπο τους προδιαθετικούς παράγοντες που συμβάλλουν στην ανάπτυξη του συνδρόμου της κοπώσεως.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  1.  Καραχάλιος ΓΝ. Κορωναϊός-19: Καινοφανής ιός Νέος κίνδυνος. Σύγχρονη Ιατρική Ενημέρωση 2020; 6: 7-25.
  2. Καραχάλιος ΓΝ. COVID-19: Πνευμονικές και Εξωπνευμονικές Εκδηλώσεις. Σύγχρονη Ιατρική Ενημέρωση 2020; 6: 108-120.
  3. Islam MF, Cotler J, Jason LA. Post-viral fatigue and COVID-19: Lessons from past epidemics. Fatigue Biomed Health Behav. 2020; 8: 61-69.
  4. Townsend L, Dyer AH, Jones K, et al. Persistent fatigue syndrome following SARS-CoV-2 infection in common and independent of severity of initial infection. PLOS One. https://doi.org/10.371/journalpone.0240784
  5. Goertz YMI, VanHerck MV, Delbressine JM, et al. Persistent symptoms 3 months after a SARS-CoV-2 infection: The post-COVID-19 syndrome? ERJ Open 2020; 26: 6.
  6. Calabaria A, Conforti C, DiMeo N, et al. COVID-19 and SARS: Differences and similarities. Dermatol Ther 2020: e13395.
  7. Tansey CM, Louie M, Loeb M, et al. One-year outcomes and healthcare utilization in survivors of severe acute respiratory syndrome. Arch Int Med 2007; 167: 1312-1320.
  8. Lam MH, Wing YK, Wai  YM, et al. Mental morbidities and chronic fatigue in severe acute respiratory syndrome survivors: Long-term follow-up. Arch Int Med 2009; 169: 2142-2147.
  9. Moldofsky H, Patcal J. Chronic widespread musculoskeletal pain, fatigue, depression and disordered sleep in chronic post-SARS syndrome; a case-controlled study. BMC Neurol 2011; 11: 37-42.
  10. Rudroff T, Fietsan AC, Deters JR, et al. Post-COVID-19 fatigue: Potential contributing factors. Brain Sci 2020; 10: 1012. doi:10.3390/brainsci10121012.