Home » Επίπεδα Ινωδογόνου και Ωσμωτικότητα του Πλάσματος σε Διαβητικούς Ασθενείς με Επιπλοκές
ΠΡΩΤΟΤΥΠΕΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ

Επίπεδα Ινωδογόνου και Ωσμωτικότητα του Πλάσματος σε Διαβητικούς Ασθενείς με Επιπλοκές

, , ,

Περίληψη

Είναι καλώς γνωστόν ότι το ινωδογόνο έχει την μεγαλύτερη θετική επίδραση επί της ωσμωτικότητας του πλάσματος παρά η σφαιρίνη και λευκωματίνη. Η αυξημένη ωσμωτικότητα του πλάσματος είναι σημαντικό στοιχείο των διαταραχών της κυκλοφορίας στον διαβήτη. Μελετήθηκε η συγκέντρωση του ινωδογόνου του πλάσματος και ωσμωτικότητα του πλάσματος σε διαβητικούς ασθενείς με ή χωρίς επιπλοκές. Το υλικό μελέτης απετέλεσαν 116 διαβητικοί ασθενείς, ηλικίας 38-72 ετών και ομάδα ελέγχου 60 υγιών ατόμων. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι από τις μετρηθείσες παραμέτρους τα επίπεδα του ινωδογόνου και η ωσμωτικότητα του πλάσματος ήταν λίαν σημαντικώς αυξημένα σε διαβητικούς ασθενείς με επιπλοκές παρά στους διαβητικούς ασθενείς χωρίς επιπλοκές και υγιών ατόμων. Όθεν, το ινωδογόνο και η ωσμωτικότητα του πλάσματος είναι σημαντικώς αυξημένα σε διαβητικούς ασθενείς με επιπλοκές και πιθανότατα συνδέονται με την ανάπτυξη επιπλοκών.

Plasma Fibrinogen and Viscosity Levels in Diabetic Patients with Complications.

Abstract

 Plasma fibrinogen and viscosity levels have been shown to be an important component in microcirculator disorder in diabetic patients. This study includes 116 diabetic patients, aged between 38 and 73 years and 60 health control subjects. The measured parameters included are: body weight, height, body mass index, serum glucose, fibrinogen and viscosity plasma levels. The results showed a higher increase in body weight, fibrinogen and viscosity plasma levels in diabetic patients with compilations than diabetic patients without compilations and health control group. In conclusion, the elevated levels of plasma fibrinogen and viscosity in diabetic patients with complications seem to act as a risk factor in the development of complications.

Εισαγωγή

Η ωσμωτικότητα του πλάσματος είναι σε ευθεία αναλογία με την συγκέντρωση των πρωτεϊνών του πλάσματος. Οι κύριες πρωτεΐνες του πλάσματος είναι το ινωδογόνο, σφαιρίνες και λευκωματίνη. Από αυτές, το ινωδογόνο έχει τη μεγαλύτερη θετική επίδραση επί της ωσμωτικότητας του πλάσματος παρ’ ότι η σφαιρίνη και λευκωματίνη1. Η αύξηση της ωσμωτικότητας του πλάσματος οφειλομένης στην αντίστοιχη αύξηση της συγκέντρωσης του ινωδογόνου συμβάλλει σημαντικώς στην αύξηση της ωσμωτικότητας του αίματος στους διαβητικούς2.  Η υπερωσμωτικότητα είναι σημαντικό στοιχείο των διαταραχών της μικροκυκλοφορίας στους διαβητικούς ασθενείς. Διάφορες προοπτικές, επιδημιολογικές μελέτες από διάφορες χώρες έχουν διαπιστώσει ότι η ύπαρξη αυξημένου ινωδογόνου δρα ως παράγοντος κινδύνου για την καρδιαγγειακή νόσο. Στην μελέτη των Meade και συν.3 αναφέρεται ότι το ινωδογόνο αποτελεί ισχυρό και ανεξάρτητο παράγοντα των οξέων καρδιακών επεισοδίων4. Από τους διαφόρους αιματολογικούς παράγοντες, το αυξημένο ινωδογόνο ως παράγοντας κινδύνου διαδραματίζει το πλέον σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη των επιπλοκών του σακχαρώδους διαβήτη5.

Υλικό και Μέθοδος

Το υλικό της μελέτης αποτέλεσαν 116 ασθενείς, ηλικίας μεταξύ 38 και 72 ετών με σακχαρώδη διαβήτη και επιπλοκές, ενώ παραλλήλως υπήρξε και ομάδα ελέγχου 60 υγιών ατόμων αντιστοίχου ηλικίας. Από τους διαβητικούς ασθενείς 60 είχαν επιπλοκές και οι 56 δεν είχαν επιπλοκές.

Οι μετρηθείσες παράμετροι ήταν το σωματικό βάρος, δείκτης μάζας του σώματος, ύψος, σάκχαρο αίματος, ινωδογόνου πλάσματος και ωσμωτικότητα του πλάσματος. Συγχρόνως έγινε πλήρης αιματολογικός και βιοχημικός έλεγχος και ΗΚΓ σε όλους τους ασθενείς.

Τα κριτήρια για την διάγνωση του σακχαρώδους διαβήτη ήταν:

  1. Αύξηση του σακχάρου αίματος > 200mg/dl και τα κλασικά συμπτώματα του διαβήτη (πολυδιψία, πολυουρία, πολυφαγία και απώλεια βάρους).
  2. Σάκχαρο αίματος νηστείας του ατόμου > 140mg/dl σε δύο μετρήσεις.

Αποτελέσματα 

Μελετήθηκαν συνολικά 116 ασθενείς, εκ των οποίων 60 με επιπλοκές και 56 χωρίς επιπλοκές, ενώ υπήρχαν και 60 άτομα ως ομάδα ελέγχου.

Η στατιστική σημασία της διαφοράς μεταξύ της μελέτης τιμών των ομάδων εκτιμήθηκε με τη δοκιμασία student’s “t” test.

Στον Πίνακα 1 αναφέρονται τα αποτελέσματα των συγκριτικών παραμέτρων, ήτοι σωματικό βάρος, ύψος και δείκτης μυϊκής μάζας, σακχάρου αίματος, ινωδογόνου πλάσματος και ωσμωτικότητας του πλάσματος μεταξύ των ατόμων της ομάδας ελέγχου και ασθενών με σακχαρώδη διαβήτη χωρίς επιπλοκές. Δεν ανευρέθηκαν στατιστικώς σημαντικές διαφορές όσον αφορά τις παραμέτρους ύψους και δείκτη μάζας σώματος, εκτός των παραμέτρων ως προς το σωματικό βάρος, συγκέντρωσης ινωδογόνου και ωσμωτικότητας πλάσματος που ήσαν σημαντικώς αυξημένες στους διαβητικούς χωρίς επιπλοκές (PO<0.05), ενώ το σάκχαρο του αίματος ήταν πολύ υψηλό στους διαβητικούς ασθενείς χωρίς επιπλοκές (P<0.01).

Πίνακας 1. Συγκριτική Εκτίμηση των παραμέτρων – Σωματικό Βάρος, Ύψος και Δείκτης Μάζας Σώματος, Σάκχαρο Αίματος, Ινωδογόνο και Ωσμωτικότητα Πλάσματος σε Διαβητικούς Ασθενείς Χωρίς Επιπλοκές και Ομάδα Ελέγχου.

ΠαράμετροιΟμάδα ΕλέγχουΔιαβητικοί Ασθενείς Χωρίς Επιπλοκές
Σωματικός βάρος (Kg)54,50 ± 1,2673,67 ± 1,66
Ύψος (m)1,68 ± 0,101,67 ± 0,12
Δείκτης μάζας σώματος (Kg/m2)20,73 ± 0,3021,87 ± 0,31
Σάκχαρο αίματος (mg/dl)100,40 ± 1,10149,80 ± 2,10
Ινωδογόνο πλάσματος (mg/dl)2,75 ± 0,033,17 ± 0,11
Ωσμωτικότητα πλάσματος1,63 ± 0,102,55 ± 0,03

Στον Πίνακα 2 αναφέρονται τα συγκριτικά αποτελέσματα των ιδίων παραμέτρων σε άτομα ελέγχου και διαβητικούς ασθενείς με επιπλοκές. Τα σημαντικότερα ευρήματα ήταν το αυξημένο σωματικό βάρος, οι υψηλές συγκεντρώσεις του σακχάρου αίματος, ινωδογόνου και ωσμωτικότητας του πλάσματος στους διαβητικούς ασθενείς με επιπλοκές σε σχέση με τα άτομα ελέγχου (P<0.01).

Πίνακας 2. Συγκριτική Εκτίμηση των παραμέτρων – Σωματικό Βάρος, Ύψος και Δείκτης Μάζας Σώματος, Σάκχαρο Αίματος, Ινωδογόνο και Ωσμωτικότητα Πλάσματος σε Διαβητικούς Ασθενείς Με Επιπλοκές και Ομάδα Ελέγχου.

ΠαράμετροιΟμάδα ΕλέγχουΔιαβητικοί Ασθενείς Με Επιπλοκές
Σωματικός βάρος (Kg)54,50 ± 1,2675,32 ± 1,05
Ύψος (m)1,68 ± 0,101,74 ± 0,06
Δείκτης μάζας σώματος (Kg/m2)20,73 ± 0,3025,04 ± 0,02
Σάκχαρο αίματος (mg/dl)100,40 ± 1,10144,07 ± 2,60

Η συγκριτική αξιολόγηση των ευρημάτων μεταξύ των διαβητικών ασθενών χωρίς και με επιπλοκές έδειξε μόνον στατιστικώς σημαντικές υψηλές διαφορές όσον αφορά το ινωδογόνο και ωσμωτικότητα του πλάσματος στους ασθενείς με επιπλοκές (υψηλότερες τιμές).

Συζήτηση

Είναι γνωστό ότι το ινωδογόνο αποτελεί παράγοντα κινδύνου για την ανάπτυξη επιπλοκών σε ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη, όπως επίσης για την ανάπτυξη εγκεφαλικού επεισοδίου και εμφράγματος του μυοκαρδίου. Φαίνεται ότι το ινωδογόνο σε συνδυασμό με άλλους παράγοντες (π.χ. CRP) μπορεί να συνδυάζονται με την ανάπτυξη μικροαγγειοπάθειας στους διαβητικούς ασθενείς. Ο Jensen και συν.6 ανέφεραν παρόμοια ευρήματα σύμφωνα με τα οποία παρατηρήθηκε προοδευτική αύξηση των επιπέδων του ινωδογόνου σε διαβητικούς ασθενείς με επιπλοκές. Ο Wilhelmsenκαι συν είχαν από μακρού ενοχοποιήσει τον ρόλο των επιπέδων του ινωδογόνου ως παράγοντα κινδύνου για το αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο και το έμφραγμα του μυοκαρδίου. Τα ευρήματα της παρούσης μελέτης δείχνουν ότι οι υψηλές συγκεντρώσεις του ινωδογόνου και ωσμωτικότητας του πλάσματος συνδέονται με την ανάπτυξη επιπλοκών. Όθεν, το ινωδογόνο και η ωσμωτικότητα του πλάσματος θα πρέπει πιθανότατα να θεωρηθούν ως παράγοντες κινδύνου για την ανάπτυξη των επιπλοκών στους διαβητικούς ασθενείς.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 

  1. Barnes AJ Is hyperviscosity a treatable component in diabetic microcirculatory disease. Lancet 1977; 2:789-791.
  2. Kannef WB. Louis J Exton JH, et al Fibrinogen and risk of cardiovascular disease: the Framingham study. JAMA 1987; 258: 1183-1186.
  3. Meade JW. Dunlop ME, Larkin RG, et al Hemostatic function and ischemic heart disease: Principal results of Northwink Part Heart Study. Lancet 1986; 2: 533-557.
  4. Stone MC. Throp JM Plasma fibrinogen – a major coronary risk factor. J Royal Coll Gen Pract 1985; 35: 565-569.
  5. Takebaraslu K., Suetsugu M. Matsutomo R., et al. Correlation of high-sensitivity c-reactive protein and plasma fibrinogen with individual complications in patients with type 2 diabetes. South Med J 2006; 99: 23-27.
  6. Jensen T, Stender S, Deckert T. Abnormalities in plasma concentrations of lipoproteins and fibrinogen IN TYPE-1 (insulin-dependent) diabetic patients with increased urinary albunin. Diaberilogica 1988; 31: 142-145.
  7. Wilhelmsen L, Rearen GM, Jenge N, et al. Fibrinogen as a risk factor for stroke and myocardial infarction N. Enge J Med 1984; 311: 501-505.