Home » Επεξήγηση των Αποτελεσμάτων Διαφόρων Καλλιεργειών
ΔΙΑΓΝΩΣΤΙΚΗ, ΦΑΡΜΑΚΟΛΟΓΙΑ & ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ

Επεξήγηση των Αποτελεσμάτων Διαφόρων Καλλιεργειών

Interpretation of the Results of Different Cultures

Eίναι γενικά γνωστό ότι οι ιατροί θα πρέπει να λαμβάνουν καλλιέργειες ταχέως ως οδηγό της θεραπείας, γεγονός που έχει ιδιαίτερη σημασία για την άμεση χορήγηση αντιβιοτικών[1]. Οι οδηγίες του 2016 της Surviving Sepsis Campaign συνιστούν όπως τα αντιβιοτικά να χορηγούνται εντός 1 ώρας από τη διάγνωση της σήψης και οι καλλιέργειες δεν θα πρέπει να καθυστερήσουν τη χορήγηση αντιβιοτικών για περισσότερο των 45 λεπτών[2]. Στους σηπτικούς ασθενείς, η χορήγηση των κατάλληλων αντιβιοτικών εντός 1 ώρας μπο ρεί να ελαττώσει τη θνητότητα[3]. Η λήψη καλλιεργειών προ της χορηγήσεως αντιβιοτικού μπορεί να βοηθήσει τους κλινικούς στην διαπίστωση του υπεύθυνου μικροοργανισμού, επιτρέπουσα τη χορήγηση της καταλλήλου θεραπείας. Εάν οι καλλιέργειες έχουν ληφθεί μετά τη χορήγηση του αντιβιοτικού, μπορεί να υπάρχει ελαττωμένη αποδοτικότητα στην καλλιέργεια αίματος, η οποία μπορεί να αυξήσει το κόστος και την διάρκεια παραμονής στο νοσοκομείο για τον ασθενή[4; 5].

Οι καλλιέργειες μπορεί να λαμβάνονται από περιοχές οι οποίες είναι είτε αποικισμένες με βακτήρια ή στείρες. Οι αποικισμένες περιοχές με βακτήριο αυξάνουν τον κίνδυνο επιμολύνσεων από την φυσιολογική χλωρίδα και μπορεί να είναι αιτία για ψευδή αποτελέσματα. Περιοχές που είναι τυπικά στείρες περιλαμβάνουν το εγκεφαλονωτιαίο υγρό, αίμα και περικαρδιακό υγρό. Περιοχές που είναι καλώς γνωστές για επιμόλυνση περιλαμβάνουν τα πτύελα και ρινικά εκκρίματα[6]. Ο κίνδυνος για επιμόλυνση του συλλεγέντος δείγματος μπορεί επίσης να αυξηθεί λόγω κακής τεχνικής. Κατωτέρω επιχειρείται η επεξήγηση των αποτελεσμάτων των διαφόρων (αίμα, πτύελα, ουρά, δέρμα και μαλακός ιστός, οστά και αρθρώσεις, εγκεφαλονωτιαίο υγρό και κόπρανα).

Καλλιέργειες Αίματος: Όταν εκτιμώνται οι καλλιέργειες αίματος, είναι σημαντικό να γίνεται διάκριση μεταξύ βακτηριαιμίας και επιμολύνσεως. Η επιμόλυνση παρατηρείται όταν βακτήρια από έξωθεν πηγή εισάγονται εντός του συλλεγέντος δείγματος. Για παράδειγμα, φυσιολογικό βακτήριο του δέρματος μπορεί να εισαχθεί στο συλλεγόμενο δείγμα όταν εκτελείται απλή φλεβοκέντηση. Βακτήρια μπορεί επίσης να είναι παρόντα στις ιατρικές συσκευές, όπως οι κεντρικοί φλεβικοί καθετήρες. Οι κεντρικοί φλεβικοί καθετήρες συνοδεύονται με υψηλότερες συχνότητες επιμολύνσεως έναντι της φλεβοκέντησης. Οι συχνότητες διαπιστώσεως της επιμολύνσεως είναι περαιτέρω αυξημένη, καθόσον με τις νεότερες μεθόδους έχει βελτιωθεί η διαπίστωση του βακτηρίου, ακόμη και σε μικρές ποσότητες.

Ερμηνεία των Θετικών Καλλιεργειών  Αίματος: Αν και η παρουσία της βακτηριαιμίας είναι σημαντική για αμφότερες τη διάγνωση και πρόγνωση, η ορθή ερμηνεία του θετικού αποτελέσματος της καλλιέργειας είναι κρίσιμη. Η παρερμηνεία των θετικών αποτελεσμάτων μπορεί να συνεπάγεται την αύξηση του κόστους νοσηλείας. Η εξήγηση των αποτελεσμάτων των θετικών καλλιεργειών αίματος είναι συχνά ορθή, αλλά ενίοτε παρουσιάζονται σημαντικά διλήμματα για τους κλινικούς ιατρούς και κλινικούς μικροβιολόγους[7; 8]. Παράμετροι που μπορεί να είναι ωφέλιμοι στην ερμηνεία των αποτελεσμάτων συμπεριλαμβάνουν την ταυτοποίηση του μικροοργανισμού, την παρουσία περισσότερων της μίας θετικής καλλιέργειας αίματος για τον ίδιο μικροοργανισμό και την παρουσία του ίδιου μικροοργανισμού που ανευρίσκεται στο αίμα από άλλη φυσιολογικώς στείρα περιοχή. Μικροοργανισμοί που σχεδόν πάντοτε (>90% απομονονωθέντων μικροοργανισμών) αντιπροσωπεύουν αληθή λοίμωξη όταν απομονώνονται από το αίμα συμπεριλαμβάνουν τον Staphylococcus aureus, Esherichia coli και άλλα Enterobacteriaceae, P. aeruginosa, Streptococcus pneumoniae και Candida albicans. Η απομόνωση από το αίμα μικροοργανισμών που σπανίως (<5% των απομονωθέντων) αντιπροσωπεύουν αληθή λοίμωξη συμπεριλαμβάνουν Corynobacterium  species,  Baccilus species και Propionibacterium acnes. Η ανακάλυψη του Viridans group Streptococci, κοαγκουλάση-αρνητικός σταφυλόκοκκος και Enterococci είναι δυσκολότερο να εξηγηθεί, ενώ ορισμένες μελέτες έχουν προσδιορίσει ότι αυτά αντιπροσωπεύουν αληθή βακτηριαιμία στο 38%, 15% και 78%, αντιστοίχως. Ειδικά, ο κοαγκουλάση-αρνητικός σταφυλόκοκκος αντιπροσωπεύει ένα από τα πλέον συχνά μικρόβια που  παρατηρούνται  στις  επιμολύνσεις  των καλλιεργειών αίματος, αλλά επίσης αποτελούν σημαντική αιτία της βακτηριαιμίας σε σημαντικό ποσοστό ασθενών με εμφυτευμένες συσκευές και ενσωματωμένους καθετήρες. Η ερμηνεία για αυτές τις περιπτώσεις μπορεί να βοηθηθεί δια της ταυτοποιήσεως του κοαγκουλάση-αρνητικού σταφυλόκοκκου στο επίπεδο στελέχους όταν περισσότερα του ενός δείγματος των καλλιεργειών αίματος καθίστανται θετικά. Εάν τα ίδια στελέχη του κοαγκουλάση-αρνητικού σταφυλόκοκκου απομονώνονται από δείγματα πολλαπλών καλλιεργειών αίματος, οι πιθανότητες είναι ότι αντιπροσωπεύουν αληθή βακτηριαιμία σε αντίθεση προς την αυξημένη επιμόλυνση[9]. Όταν εκτιμώνται οι καλλιέργειες αίματος, είναι σημαντικό να αναγνωρίζεται η διαφορά μεταξύ βακτηριαιμίας και μόλυνσης. Η μόλυνση παρατηρείται όταν βακτήρια από εξωτερική πηγή εισάγονται εντός του συλλεγέντος δείγματος. Για παράδειγμα, φυσιολογικό βακτήριο του δέρματος μπορεί να εισαχθεί όταν γίνεται δια απλής βελόνης φλεβοκέντηση. Βακτήρια μπορεί επίσης να είναι παρόντα στις ιατρικές συσκευές, όπως οι κεντρικοί φλεβικοί καθετήρες. Οι κεντρικοί φλεβικοί καθετήρες συνοδεύονται με υψηλότερες συχνότητες μολύνσεως έναντι της φλεβοκεντήσεως. Οι συχνότητες της μόλυνσης ταυτοποιούνται με αύξουσα συχνότητα, καθόσον οι νεότερες μέθοδοι εξετάσεως έχουν βελτιώσει την ταυτοποίηση του βακτηρίου, ακόμη και σε μικρές ποσότητες. Όταν εκτιμάται η πιθανή μόλυνση, ο κλινικός θα πρέπει να αξιολογήσει την κλινική εικόνα του ασθενούς και να καθορίσει κατά πόσον ο ασθενής εμφανίζει σημεία και συμπτώματα της βακτηριαιμίας. Για παράδειγμα, εάν ασθενής είναι υποτασικός, ταχυκαρδιακός και εμπύρετος, αυτά μπορεί να υποδεικνύουν την παρουσία βακτηριαιμίας. Επιπλέον, είναι ζωτικό να συλλέξει δύο δείγματα από διαφορετικές περιοχές του σώματος. Η δεύτερη περιοχή είναι συχνά κάποιος κεντρικός φλεβικός καθετήρας, εάν είναι παρών. Εάν σε μία από τις δύο καλλιέργειες αναπτυχθεί κάποιος μικροοργανισμός αυτό πρέπει να θεωρηθεί ως πιθανή μόλυνση, οπότε είναι απαραίτητη η επανάληψη των καλλιεργειών. Αντιστρόφως, εάν σε πολλαπλά δείγματα αναπτυχθεί ο ίδιος μικροοργανισμός η αληθής βακτηριαιμία είναι συνήθως το αποτέλεσμα18. Μία μόνο θετική καλλιέργεια είναι αναγκαία για να υποδείξει την ύπαρξη αληθούς λοιμώξεως σε ασθενείς με gram-αρνητικό βακτήριο. Gram-θετικά βακτήρια, ειδικότερα Staphylococcus epidermidis και Corynobacterium species, είναι τα πλέον πιθανά μολύνοντα μικρόβια18. Ωστόσο, σε ανοσοκατασταλμένα άτομα αυτά τα δύο βακτήρια μπορεί να αντιπροσωπεύουν αληθή λοίμωξη.

Καλλιέργειες Πτυέλων: Για τη διάγνωση της πνευμονίας, ορισμένοι κλινικοί χρησιμοποιούν τις καλλιέργειες πτυέλων που λαμβάνονται συνήθως με ενδοτραχειακή αναρρόφηση και, ολιγότερο συχνά, με βρογχοκυψελιδική πλύση. Τα αποτελέσματα των καλλιεργειών των πτυέλων εκτιμώνται σε συνδυασμό με τα συμπτώματα και την ακτινογραφία θώρακος. Η επεξήγηση των αποτελεσμάτων των καλλιεργειών των πυέλων μπορεί να είναι δύσκολη, επειδή τα βακτήρια αποικίζουν την ανώτερα αναπνευστική οδό σε αντίθεση με την κατωτέρα αναπνευστική οδό, η οποία τυπικά είναι στείρα. Οι αναφορές ως προς την ευαισθησία και ειδικότητα των καλλιεργειών των πτυέλων ποικίλουν ευρέος[10]. Σε ορισμένους πληθυσμούς ασθενών, όπως με χρόνια αποφρακτική πνευμονική νόσο (ΧΑΠ) που είναι σε παρόξυνση, καλλιέργειες των πτυέλων θα πρέπει να αποφεύγονται. Αντί της χρήσεως αυτών των καλλιεργειών για τον καθορισμό της παρουσίας λοιμώξεως, οι οδηγίες 2017 Global Initiative for Chronic Obstructive Pulmonary Disease συνιστούν την εκτίμηση των συμπτωμάτων του ασθενούς (π.χ. παραγωγή πτυέλων, πυώδη πτύελα και δύσπνοια)[11]. Σε ασθενείς με μηχανική αναπνοή, οι καλλιέργειες τυπικά λαμβάνονται μέσω ενδοτραχειακής αναρροφήσεως ή βρογχοκυψελιδικής πλύσεως. Η ενδοτραχειακή αναρρόφηση έχει χαμηλότερη ειδικότητα έναντι της βρογχοκυψελιδικής πλύσεως για τη διάγνωση της πνευμονίας, αν και έχει ολιγότερες επιπλοκές και χαμηλότερο κόστος. Αυτή η χαμηλότερη ειδικότητα μπορεί να έχει ως αποτέλεσμα την μεγαλύτερη χρήση αντιβιοτικών.

Όπως ήδη αναφέρθηκε, οι καλλιέργειες των πυέλων δεν αποδίδουν το ειδικό παθογόνο. Εφόσον ο στοματοφάρυγγας και η ανωτέρα αναπνευστική οδός αποικίζονται με αυτόχθονο χλωρίδα, η καλλιέργειά των δια της αποχρέμψεως ληφθέντων πτυέλων θα αναπτύξει μικτή χλωρίδα, ακόμη και επί απουσίας βακτηριακής λοιμώξεως της κατώτερης αναπνευστικής οδού. Για ορισμένους μικροοργανισμούς, η συγκέντρωση στην καλλιέργεια είναι σημαντική και η κλινική συσχέτιση είναι κριτική. Ορισμένοι μικροοργανισμοί ουσιαστικά ουδέποτε είναι πνευμονικά παθογόνα, όπως ο κοαγκουλάση-αρνητικός σταφυλόκοκκος, εντερόκοκκος, gram-αρνητικός βάκιλλος έναντι άλλων, όπως της νοκαρδιας, αιμόφιλος της παραϊνφλουένζας και στρεπτόκοκκος, παρά ο πυογόνος στρεπτόκοκκος και S. angiosius. Πιθανά παθογόνα επίσης μπορεί να αποικίζουν την αναπνευστική οδό, ειδικότερα σε ασθενείς με χρόνιες νόσους ή πρόσφατη νοσοκομειακή νοσηλεία. Η απόδοση της καλλιέργειας των πτυέλων έτι περαιτέρω ελαττώνεται εάν ο ασθενής έχει λάβει αντιβιοτικά προ της λήψεως του δείγματος, γεγονός που παρατηρείται περίπου στο 25% των περιπτώσεων. Το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι όσον αφορά στις περιπτώσεις με απαιτητικά παθογόνα, όπως ο πνευμονιόκοκκος και αιμόφιλος ινφλουένζας. Ο πεπειραμένος μικροβιολόγος μπορεί να επιλέξει αποικίες με μορφολογικά χαρακτηριστικά σύμφωνα με γνωστά αναπνευστικά παθογόνα, αλλά η παρουσία των, ειδικότερα σε μεικτό δείγμα, δεν εξομοιώνεται με την αιτιολογία[12].

Καλλιέργειες Ούρων: Η καλλιέργεια ούρων μπορεί να δείξει τη συγκέντρωση της βακτηριουρίας, τη διαπίστωση του υπεύθυνου μικροοργανισμού και την ευαισθησία του παθογόνου στα αντιβιοτικά. Η απλή συλλογή του δείγματος, συντήρηση και ανάλυση καταλλήλως παρέχει υψηλή ευαισθησία και ειδικότητα για τις καλλιέργειες ούρων προκειμένου να χρησιμοποιηθούν για τη διάγνωση της σημαντικής βακτηριουρίας. Οι καλλιέργειες ούρων θα πρέπει να λαμβάνονται μόνον όταν υπάρχει υποψία λοιμώξεως, συνήθως επί παρουσίας συμπτωμάτων αναφερόμενων από τον ασθενή[13]. Τα τυπικά συμπτώματα της ουρολοιμώξεως συμπεριλαμβάνουν τη δυσουρία, συχνοουρία και αίσθημα επείξεως για ούρηση, αν και οι ασθενείς με άνοια μπορεί να παρουσιάζονται με μη ειδικά σημεία, όπως καταβολή και μεταβολή της διανοητικής κατάστασης. Σε ασθενείς με ουροκαθετήρες, τα συμπτώματα είναι περισσότερο γενικά και μπορεί να περιλαμβάνουν πυρετό, αδυναμία και διαταραχή της διανοητικής καταστάσεως. Ο έλεγχος για ασυμπτωματική βακτηριουρία θα πρέπει να γίνεται μόνον στις έγκυες ασθενείς ή σε ασθενείς που υποβάλλονται σε ουρολογικές επέμβασης. Η εν ήδη ρουτίνας καλλιέργεια ούρων δεν συνιστάται για μη επιπλεκόμενες ουρολοιμώξεις σε μη έγκυο γυναίκα. Σε γυναίκα που παρουσιάζεται με τυπικά συμπτώματα οξείας ουρολοιμώξεως δεν συνίσταται η λήψη ούρων για καλλιέργεια εξαιρέσει επί υπάρξεως ειδικών καταστάσεων με σημεία και/ή συμπτώματα πυελονεφρίτιδας, με ταχεία υποτροπή / υποστροφή της λοιμώξεως, με συχνή υποτροπιάζουσα ουρολοίμωξη, με μη σαφή διάγνωση, σε επιλεγείσες περιπτώσεις στο επείγον τμήμα ή εάν υπάρχει υποψία λοιμώξεως με πολύ ανθεκτικό βακτήριο[14; 15].

Στην καλλιέργεια ούρων, ο αριθμός των αποικιών (CFUs) ανά ml σε απλούν δείγμα μεγαλύτερος του 105 CFUs συνδυάζεται με λοίμωξη. Πάντως, αληθής λοίμωξη μπορεί να παρατηρηθεί σε ασθενείς με χαμηλότερες CFUs επί παρουσία συμπτωμάτων και λευκοκυττάρων στα ούρα. Ασθενείς με ουροκαθετήρα συνοδευόμενο με ουρολοίμωξη, επίσης έχουν χαμηλότερες CFUs. Αντιστρόφως, υψηλότερος αριθμός CFUs μπορεί να παρατηρηθεί επί παρουσίας επιμολύνσεων και μετά ακατάλληλη συλλογή του δείγματος ούρων. Συνήθη βακτήρια στις μη επιπλεκόμενες ουρολοιμώξεις είναι Escherichia coli, Klebsiella species, Proteus species και Staphylococcus saprophyticus. Οι μετά τη θεραπεία ουροκαλλιέργιες δεν συνιστώνται για μη επιπλεκόμενη ουρολοίμωξη. Σε αντίθεση με τις υπάρχουσες συστάσεις, οι κλινικοί μπορεί να επιλέξουν τη λήψη καλλιέργειας ούρων, θεωρώντας ότι είναι σημαντική η ενημέρωση των αποτελεσμάτων. Για την E. coli και άλλα Gram-αρνητικά βακτήρια απομονούμενα από καλλιέργειες του μέσου της ουρήσεως ακόμη με χαμηλό αριθμό CFUs ή μικτές καλλιέργειες με άλλα ουροπαθογόνα ή μη παθογόνα, η πιθανότητα της βακτηριουρίας της ουροδόχου κύστεως είναι υψηλή και αυτές δεν θα πρέπει να θεωρούνται επιμολύνσεις. Με άλλα λόγια, ο στρεπτόκοκκος της ομάδας Β και ο εντερόκοκκος δεν θα πρέπει να σχετίζονται με την βακτηριουρία της ουροδόχου κύστεως με οποιονδήποτε αριθμό αποικιών. Σε αντίθεση της αρμονίας των συμπτωμάτων, περίπου 20% έως 40% των καλλιεργειών ούρων αναφέρονται ως αρνητικές, αλλά αυτές οι γυναίκες γενικά ανταποκρίνονται στην εμπειρική θεραπεία με πρώτης σειράς αντιμικροβιακούς παράγοντες για μη επιπλεγμένη ουρολοίμωξη[13; 14; 15; 16].

Καλλιέργειες Κοπράνων: Η καλλιέργεια των κοπράνων είναι μία εξέταση δείγματος κοπράνων για την ανεύρεση μικροβίων, όπως βακτήρια ή μύκητες, τα οποία μπορεί να προκαλέσουν λοίμωξη. Το δείγμα των κοπράνων προστίθεται σε ουσίες οι οποίες προάγουν την ανάπτυξη των μικροβίων. Εάν δεν αναπτυχθούν μικρόβια, η καλλιέργεια είναι αρνητική και αντιθέτως, επί αναπτύξεως μικροβίου είναι θετική. Οι καλλιέργειες κοπράνων χρησιμοποιούνται για[17]:

  1. Ανεύρεση της αιτίας των συμπτωμάτων: Αυτή μπορεί να βοηθήσει στην εξήγηση των συμπτωμάτων, όπως η σοβαρά ή αιματηρή διάρροια ή αυξημένη ποσότητα αερίων. Αυτή μπορεί επίσης να βοηθήσει στην διακρίβωση της αιτίας της ναυτίας, εμέτου, απώλειας της ορέξεως, φουσκώματος, κοιλιακού άλγους ή κράμπας και πυρετού.
  2. Ανευρίσκει και τακτοποιεί ορισμένους τύπους των μικροοργανισμών που είναι αιτία λοιμώξεων ή νόσου.
  3. Ταυτοποιεί το άτομο το οποίο μπορεί να μην έχει οποιοδήποτε σύμπτωμα της νόσου αλλά είναι φορέας βακτηρίου το οποίο μπορεί να διασπείρει τη λοίμωξη σε άλλα άτομα.
  4. Αποδίδει την επιτυχία ή αποτυχία της εφαρμοσθείσης θεραπείας.

Με την καλλιέργεια κοπράνων ανευρίσκονται βακτήρια, ιοί, παράσιτα ή μύκητες που μπορεί να προκαλέσουν λοίμωξη. Τα αποτελέσματα της καλλιέργειας των κοπράνων συνήθως λαμβάνονται εντός δύο έως τριών ημερών. Ορισμένες καλλιέργειες για μύκητες και παράσιτα μπορεί να χρειαστούν εβδομάδες για το αποτέλεσμα. Παθογόνα μπορεί να διαπιστωθούν στο 87-94% των περιπτώσεων καλλιεργειών των κοπράνων. Στις καλλιέργειες κοπράνων, η συχνότερα απομονωμένοι Gram-αρνητικοί και Gram -θετικοί μικροοργανισμοί είναι: E. coli, Citrobacter, Klebsiella pneumoniae, Proteus, Lactococcus και άλλοι μικροοργανισμοί.

Μικροοργανισμοί μπορεί να μην απομονώνονται στις ακόλουθες περιπτώσεις:

  1. Πρόσφατη χρήση αντιβιοτικού
  2. Άφθονα υδαρή κόπρανα τα οποία διαλύουν το δείγμα
  3. Πολύ ολίγες ίνες ή άλλες ακραίες δίαιτες.

Γενικότερα, για τις καλλιέργειες των κοπράνων μπορεί να τονιστούν τα ακόλουθα:

  1. Τα αποτελέσματα των καλλιεργειών των κοπράνων δεν αντανακλούν το ισοζύγιο της χλωρίδας η οποία είναι παρούσα στο λεπτό έντερο.
  2. Οι καλλιέργειες των κοπράνων δεν διαπιστώνουν όλα τα παρόντα βακτηριακά στελέχη, αλλά μόνον αυτά που αναπτύσσονται ισχυρώς στις αερόβιες καλλιέργειες
  3. Οι καλλιέργειες των κοπράνων δεν μπορεί να χρησιμοποιούνται για την παρακολούθηση της πλήρους εκριζώσεως των βακτηρίων από το γαστρεντερικό σωλήνα, αν και σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να υπάρχουν ενδείξεις ελαττώσεως του επιπέδου.
  4. Η επεξήγηση της καλλιέργειας των κοπράνων χρειάζεται την προσεκτική εκτίμηση των συμπτωμάτων του ασθενούς, του κλινικού ιστορικού και της ανασκοπήσεως της έρευνας για οποιαδήποτε διαπιστωθέντα βακτηριακά είδη προκειμένου να αποφασιστεί η κατάλληλη αντιμετώπιση.

Καλλιέργειες Εγκεφαλονωτιαίου Υγρού: Το εγκεφαλονωτιαίο υγρό (ΕΝΥ) είναι μία δυναμική, μεταβολική ουσία η οποία έχει ορισμένες σημαντικές λειτουργίες. Αυτή παρέχει ανεκτίμητη διαγνωστική βοήθεια στην εκτίμηση των φλεγμονωδών καταστάσεων, λοιμωδών ή μη λοιμωδών, συμπεριλαμβάνουσα τον εγκέφαλο, νωτιαίο μυελό και μήνιγγες, όπως επίσης βοηθά στην αρνητική με την αξονική τομογραφία υπαραχνοειδή αιμορραγία και λεπτομηνιγγικές μεταστάσεις. Το ΕΝΥ λαμβάνεται με οσφυονωτιαία παρακέντηση. Οι διαταραχές των συστατικών του ΕΝΥ μπορεί να είναι παρόμοιες σε διαφορετικές παθολογικές καταστάσεις και αυτό προκαλεί δυσκολίες στην επεξήγηση. Στις περιπτώσεις ασθενών με λοίμωξη, η ανάλυση του ΕΝΥ αποτελεί πολύ συχνά την κλασική δεξαμενή για την διάγνωση των λοιμώξεων του κεντρικού νευρικού συστήματος[18; 19] Οι κυριότερες νόσοι που μπορεί να διαγνωστούν μεταξύ των λοιμώξεων του νευρικού συστήματος είναι η οξεία μηνιγγίτις, οξεία μηνιγγοεγκεφαλίτιδα και χρόνια μηνιγίτις. Σε ασθενείς με οξεία βακτηριακή μηνιγγίτιδα η ανάπτυξη βακτηρίου στην καλλιέργεια έχει υψηλή ευαισθησία προ της χορηγήσεως αντιβιοτικών. Η χορήγηση αντιβιοτικών προ της οσφυονωτιαίας παρακέντησης μπορεί να ελάττωσει την ευαισθησία της καλλιέργειας, ειδικότερα όταν χορηγηθούν ενδοφλεβίως ή ενδομυϊκώς. Ο εντεροϊός είναι η κύρια αιτία προκλήσεως της ιογενούς μηνιγγίτιδας και μπορεί να ανακαλυφθεί στο 40%-80% των περιπτώσεων. Η καλλιέργεια για τον ιό του απλού έρπητος έχει ευαισθησία 80%-90% αλλά μπορεί να καταστεί θετική μετά πέντε έως εφτά ημέρες.

Οι καλλιέργειες μυκήτων είναι θετικές σε με ποσοστό μεγαλύτερο του 95% για τον Cryptococcus neoformans και 66% των περιπτώσεων μηνιγγίτιδας από Candida.

Για το Mycobacterium tuberculosis η καλλιέργεια του ΕΝΥ είναι θετική στο 5% στο πρώτο δείγμα και βελτιώνεται στο 83% εάν ληφθούν τέσσερα ξεχωριστά δείγματα. Αυτές οι καλλιέργειες συχνά χρειάζονται έως έξι εβδομάδες για να διαπιστωθεί η θετικότητα.

Καλλιέργειες Δέρματος και Μαλακού Ιστού: Το δέρμα είναι αποικισμένο από φυσιολογική μη βλαβερή χλωρίδα. Όταν το δέρμα υποστεί ρήξη ως αποτέλεσμα τραύματος, εγκαυμάτων, δειγμάτων ή χειρουργικών παρεμβάσεων, ο αποικισμός με ευρύ φάσμα βακτηρίων μπορεί να παρατηρηθεί. Οι λοιμώξεις του δέρματος και μαλακού ιστού προκαλούνται από μεγάλο εύρος μικροοργανισμών και στο μεγαλύτερο μέρος των περιπτώσεων από τον Staphylococcus aureus και Β-αιμολυτικό στρεπτόκοκκο ομάδων A,C και G. Η διάγνωση φυσιολογικά βασίζεται στην κλινική παρουσίαση. Οι μικροβιολογικές καλλιέργειες μπορεί να ληφθούν για τον καθορισμό του αιτιολογικού παράγοντα και την ευαισθησία στα αντιβιοτικά η οποία είναι ουσιώδης για την εφαρμογή του ιδεώδους θεραπευτικού σχήματος σε εξωτερικούς και νοσοκομειακούς ασθενείς[20].

Καλλιέργειες Αρθρικού Υγρού: Βακτηριακές λοιμώξεις της αρθρώσεως και του οστού μπορεί να παρατηρηθούν όταν βακτήρια εισάγονται από το αίμα, προσθέσεις, τραύμα ή επέκταση από λοίμωξη του τραύματος. Η γνώση της εστίας προελεύσεως μπορεί να βοηθήσει στην πρόβλεψη πιο βακτήριο μπορεί να είναι το αίτιο. Οι ασθενείς με αρθρικές προσθέσεις ή πρόσφατη αρθρική εγχείρηση (συνήθως <3 μήνες) είναι πολύ πιθανόν να έχουν αρθρικές λοιμώξεις [20]. Αρθρικές λοιμώξεις διαγιγνώσκονται μέσω των καλλιεργειών του αρθρικού υγρού. Στο αρθρικό υγρό είναι αυξημένα τα λευκά αιμοσφαίρια και ειδικότερα όταν ο αριθμός των φτάνει τα 50.000/mm3, μπορεί να βοηθήσουν (90% ειδικότητα) αλλά δεν αποκλείουν (56% ευαισθησία στις αρθρικές λοιμώξεις). Οι ασθενείς με οστεομυελίτιδα τυπικά παρουσιάζονται με πυρετό, λήθαργο, φλεγμονή, ερύθημα και οίδημα. Οι καλλιέργειες της οστικής βιοψίας και ο ακτινολογικός έλεγχος παίζουν μείζονα ρόλο στη διάγνωση της οστεομυελίτιδας μαζί με την ταυτοποίηση του υπεύθυνου μικροοργανισμού. Καλλιέργειες αίματος μπορεί να ληφθούν για τον προσδιορισμό του μικροοργανισμού στην αιματογενή οστεομυελίτιδα. Τελικά, οι ασθενείς έχουν αυξημένο αριθμό λευκών αιμοσφαιρίων, αυξημένη ταχύτητα καθιζήσεως των ερυθρών αιμοσφαιρίων και αυξημένα επίπεδα C-αντιδρώσας πρωτεΐνης, αν και αυτές δεν δύναται να χρησιμοποιηθούν στη διάγνωση χωρίς την καλλιέργεια.

Συμπέρασμα

Κατά την αντιμετώπιση των ασθενών με λοιμώξεις είναι απαραίτητη η πληροφόρηση του ιατρού για επεξήγηση των λήψεων των καλλιεργειών συμπεριλαμβανομένων του χρόνου των καλλιεργειών, συνήθεις περιοχές καλλιεργειών, επεξήγηση της Gram χρώσεως και δοκιμασίας ευαισθησίας. Ιδεωδώς, οι καλλιέργειες θα πρέπει να λαμβάνονται προ της χορηγήσεως αντιβιοτικών προκειμένου να επιτυγχάνεται η μέγιστη ειδικότητα και ευαισθησία. Με βάση τα λαμβανόμενα αποτελέσματα των ταυτοποιηθέντων μικροοργανισμών και των δοκιμασιών ευαισθησίας ο ιατρός μπορεί να επιλέξει το πλέον κατάλληλο αντιβιοτικό, γεγονός που θα βελτιώσει την ασφάλεια του ασθενούς.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  1. Ashraf MS, Cook PP. Antibiotic Misuse in Hospital, Outpatient, and Long-Term Care Settings. N C Med J. 2016 Oct;77(5):346–9.
  2. Bailey AM, Stephan M, Weant KA, Justice SB. Dosing of Appropriate Antibiotics and Time to Administration of First Doses in the Pediatric Emergency Department. J Pediatr Pharmacol Ther. 2015 Aug;20(4):309–15.
  3. Rhodes A, Evans LE, Alhazzani W, Levy MM, Antonelli M, Ferrer R, et al. Surviving Sepsis Campaign: International Guidelines for Management of Sepsis and Septic Shock: 2016. Intensive Care Med. 2017 Mar;43(3):304–77.
  4. Joo YM, Chae MK, Hwang SY, Jin S-C, Lee TR, Cha WC, et al. Impact of timely antibiotic administration on outcomes in patients with severe sepsis and septic shock in the emergency department. Clin Exp Emerg Med. 2014 Sep;1(1):35–40.
  5. Murphy D, Overton E, Steinberg J, Jacob J. 1076: EFFECT OF BLOOD CULTURE ACQUISITION TIME RELATIVE TO ANTIBIOTIC ADMINISTRATION ON DIAGNOSTIC YIELD. Critical Care Medicine [Internet]. 2015 Dec [cited 2019 Nov 24];43(12):271. Available from: https://journals.lww.com/ccmjournal/Citation/2015/12001/1076__EFFECT_OF_BLOOD_CULTURE_ACQUISITION_TIME.1079.aspx
  6. Baron EJ, Miller JM, Weinstein MP, Richter SS, Gilligan PH, Thomson RB, et al. A guide to utilization of the microbiology laboratory for diagnosis of infectious diseases: 2013 recommendations by the Infectious Diseases Society of America (IDSA) and the American Society for Microbiology (ASM)(a). Clin Infect Dis. 2013 Aug;57(4):e22–121.
  7. Weinstein MP. Clinical importance of blood cultures. Clin Lab Med. 1994 Mar;14(1):9–16.
  8. Kirn TJ, Weinstein MP. Update on blood cultures: how to obtain, process, report, and interpret. Clin Microbiol Infect. 2013 Jun;19(6):513–20.
  9. Γεώργιος Ν. Καραχάλιος. Καλλιέργειες αίματος: Αποτελέσματα και ερμηνεία. Σύγχρονη Ιατρική Ενημέρωση. 5(2):71–4.
  10. Campbell S, Forbes BA. The Clinical Microbiology Laboratory in the Diagnosis of Lower Respiratory Tract Infections. J Clin Microbiol [Internet]. 2011 Sep [cited 2019 Nov 24];49(9 Suppl):S30–3. Available from: https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pmc/articles/PMC3185862/
  11. GOLD. Global Strategy for Chronic Obstructive Lung Disease. Global strategy for the diagnosis management and prevention of chronic obstructive pulmonary disease. 2019 report. [Internet]. [cited 2019 Feb 18]. Available from: https://goldeopd.org/wp-content/uploads/2018/11/GOLD-2019-y1.7-FINAL14Nov2018-WMS.pdf
  12. Bhattacharya AK. Role of sputum cultures in diagnosis of respiratory tract infections. Lung India [Internet]. 2006 Jan 1 [cited 2019 Nov 24];23(1):20. Available from: http://www.lungindia.com/article.asp?issn=0970-2113;year=2006;volume=23;issue=1;spage=20;epage=24;aulast=Bhattacharya;type=0
  13. Trautner BW, Grigoryan L. Approach to a positive urine culture in a patient without urinary symptoms. Infect Dis Clin North Am. 2014 Mar;28(1):15–31.
  14. Ashutosh Deshpande KK. Catheter Specimen Urines: Are They Worth Culturing? J Infect Dis Ther [Internet]. 2014 [cited 2019 Nov 24];03(01). Available from: http://esciencecentral.org/journals/catheter-specimen-urines-are-they-worth-culturing-2332-0877.1000193.php?aid=40546
  15. Stapleton AE. Urine Culture in Uncomplicated UTI: Interpretation and Significance. Curr Infect Dis Rep. 2016 May;18(5):15.
  16. Curtiss N, Meththananda I, Duckett J. Urinary tract infection in obstetrics and gynaecology. Obstetrics, Gynaecology and Reproductive Medicine [Internet]. 2017 Sep 1 [cited 2019 Nov 24];27(9):261–5. Available from: https://www.obstetrics-gynaecology-journal.com/article/S1751-7214(17)30127-6/abstract
  17. Giuliano C, Patel CR, Kale-Pradhan PB. A Guide to Bacterial Culture Identification And Results Interpretation. P T [Internet]. 2019 Apr [cited 2019 Nov 24];44(4):192–200. Available from: https://www.ncbi.nlm.nih.gov/pmc/articles/PMC6428495/
  18. Deisenhammer F, Bartos A, Egg R, Gilhus NE, Giovannoni G, Rauer S, et al. Guidelines on routine cerebrospinal fluid analysis. Report from an EFNS task force. Eur J Neurol. 2006 Sep;13(9):913–22.
  19. Seehusen DA, Reeves MM, Fomin DA. Cerebrospinal fluid analysis. Am Fam Physician. 2003 Sep 15;68(6):1103–8.20.Carpenter CR, Schuur JD, Everett WW, Pines JM. Evidence-based diagnostics: adult septic arthritis. Acad Emerg Med. 2011 Aug;18(8):781–96.